- συσχηματισμός
- συσχηματισμόςconfigurationmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
συσχηματισμός — ὁ, Α [συσχηματίζω] 1. αστρον. η σχετική θέση τών πλανητών 2. γραμμ. αντίστοιχος σχηματισμός … Dictionary of Greek
συσχηματισμοῖς — συσχηματισμός configuration masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμοί — συσχηματισμός configuration masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμοῦ — συσχηματισμός configuration masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμούς — συσχηματισμός configuration masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμῶν — συσχηματισμός configuration masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμῷ — συσχηματισμός configuration masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμόν — συσχηματισμός configuration masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχημάτισις — ίσεως, ἡ, Α [συσχηματίζω] συσχηματισμός* … Dictionary of Greek